Κρίσεις πανικού και Αγοραφοβία
Βασικό χαρακτηριστικό της Διαταραχής Πανικού είναι οι επαναλαμβανόμενες και μη αναμενόμενες κρίσεις πανικού, που συνοδεύονται για τουλάχιστον ένα μήνα ή και περισσότερο από επίμονη ανησυχία (άγχος) του ατόμου μήπως τυχόν του ξανασυμβεί μια τέτοια κρίση. Επιπρόσθετα, το άτομο ανησυχεί και στεναχωριέται για τις συνέπειες των κρίσεων (π.χ. μήπως τρελαθεί).
Οι κρίσεις πανικού εμφανίζονται ξαφνικά, γίνονται έντονες μέσα σε λίγα λεπτά και μπορούν να διαρκέσουν 5-30 λεπτά. Συνοδεύονται συνήθως από σωματικά συμπτώματα όπως, ταχυπαλμία, έντονη εφίδρωση, δύσπνοια, ναυτία, τάσεις λιποθυμίας, κλπ. Ταυτόχρονα, αισθάνεται έντονη δυσφορία, ανημποριά και απώλεια ελέγχου και φοβάται ότι μπορεί να πάθει κάτι σημαντικό η υγεία του (π.χ. έμφραγμα, απώλεια λογικής, εγκεφαλικό, κλπ.). Το άτομο που βιώνει τη διαταραχή πανικού έχει φόβο και νευρικότητα μεταξύ των κρίσεων γιατί φοβάται μήπως και πότε θα του ξανασυμβεί. Όλα αυτά έχουν συνέπεια, σε πολλές περιπτώσεις, να οδηγήσουν σε Αγοραφοβία. Συνήθως αυτές οι δυο διαταραχές συναντώνται μαζί. Ουσιαστικά, αυτό που συμβαίνει είναι το άτομο που υφίσταται μια ή και περισσότερες κρίσεις πανικού, να τις συνδυάζει με συγκεκριμένα μέρη, χρονικές στιγμές ή ακόμη και με πρόσωπα. Έτσι αρχίζει να αποφεύγει επισκέψεις στην αγορά, οδήγηση, κοινωνικές συναναστροφές, εργασιακό χώρο, δημόσιες υπηρεσίες και γενικά χώρους όπου συγκεντρώνονται πολλοί άνθρωποι όταν αισθάνεται ότι βρίσκεται μακριά από την πηγή ασφάλειας του (π.χ σπίτι). Προοδευτικά τα μέρη και οι συνθήκες που δημιουργούν στο άτομο αγοραφοβία αυξάνονται, με αποτέλεσμα η καθημερινότητα του να γίνεται όλο και πιο δύσκολη.
Συνήθως προσπαθούν να λύσουν το πρόβλημα ζητώντας από έναν δικό τους άνθρωπο να τους συνοδεύει. Ενώ στην αρχή βρίσκουν την λύση ανακουφιστική, στην πορεία αισθάνονται ότι γίνονται βάρος, κουραστικοί και ότι τελικά στεναχωρούν τον δικό τους άνθρωπο. Επιπρόσθετα, καθώς προσπαθούν να τον βοηθήσουν με συμβουλές του τύπου “ξέχασε το, μην το σκέφτεσαι”, “μη γίνεσαι υπερβολικός/ή”, “δεν σου λείπει τίποτα” το άτομο αρχίζει να αισθάνεται υπαίτιο της κατάστασής του ότι το ίδιο το προκαλεί, ότι είναι η ιδέα του (κατά φαντασίαν ασθενής), υποχόνδριο, δειλό χωρίς αυτοέλεγχο, αχάριστο εφόσον δεν εκτιμά αυτά που έχει, το άτομο να αισθάνεται ακόμη πιό ανήμπορο και παγιδευμένο, ότι τελικά δε βρίσκει κατανόηση από κανέναν και έτσι να απομονώνεται ακόμη περισσότερο.